Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

Η σταφιδική κρίση στην Ελλάδα

από τον Κώστα Μονιά (Γ2)




«Όταν ομιλώμεν περί της γεωργικής ημών παραγωγής, δεν λέγομεν άλλον τι παρά σταφίδα και πάλιν σταφίδα, και πάλιν και αιωνίως σταφίδα»˙ αυτά έγραψε το 1880 ο Πατρινός πολιτικός και εκδότης της Καρτερίας Παν. Χαλικόπουλος, θέλοντας να δείξει τη σημασία που είχε το αγροτικό αυτό προϊόν για την ελληνική κοινωνία και οικονομία. Κι αυτό ήταν αλήθεια, γιατί η σταφίδα επέβαλε παντού τους χρόνους της και τους ρυθμούς της. Ακόμα και στη δημογραφία, αφού ακόμα και οι γάμοι, οι αρραβώνες, τα βαφτίσια ξεκινούσαν τον Σεπτέμβριο με τη συγκομιδή της και τελείωναν τον Οκτώβριο, που οι παραγωγοί εισέπρατταν τα χρήματα από την πώληση του προϊόντος.


Η αρχή έγινε το 1871, όταν η κυβέρνηση του Α. Κουμουνδούρου διένειμε τα εθνικά κτήματα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν  πολλές μικρές εκτάσεις για καλλιέργεια στην Πελοπόννησο. Οι μικροϊδιοκτήτες στράφηκαν στην καλλιέργεια της κορινθιακής σταφίδας. Από τον Ισθμό ως την Αρκαδία, σ’ όλες τις ακτές του Μοριά, βόρειες και δυτικές καλλιεργήθηκαν 346.000 στρέμματα. Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι που έγραψε ο Κλεάνθης Τριαντάφυλλου (1850-1899), εκδότης της εφημερίδας Ραμπαγάς:


 


Απ’ το τσαμπί σου κρέμεται, γλυκιά μου μαυρομάτα το έθνος…


Σένα θρέφουμε μονάκριβη ελπίδα,


χλωρή, όσο ξεραίνεσαι, συ κάνεις την πατρίδα,


είν’ από σένα τάλαρο τ΄αλώνια μας γεμάτα,


μικρή, γλυκομελάχροινη, κοπέλα μου σταφίδα!


 


 Ένα μέρος της παραγωγής καταναλωνόταν στο εσωτερικό, αλλά σχεδόν το σύνολο της παραγωγής  γινόταν εξαγωγή στο εξωτερικό. Μεγάλος πελάτης ήταν η  Αγγλία. Μόλις την έκοβαν την ξέραιναν σε φούρνο, την αμπαλάριζαν και την έστελναν  στην Αγγλία. Αν η Ελλάδα σταματούσε την παραγωγή αυτού του μικρού , πολύτιμου καρπού δεν θα ξέραμε την γεύση ούτε του plum puddings, ούτε του plum cakes (Πουτίγκες-κεϊκ) και δεν θα διαβάζαμε ποτέ το σατυρικό ποίημα του Γ. Σουρή, που έγραψε για την σταφίδα και την σταφιδική κρίση λίγα χρόνια μετά :


 


Κι αν λείψει κάθε φόρος της, κι ας βάλουν πιο μεγάλο


Εγώ ποτέ στο στόμα μου σταφίδα δεν θα βάλω


Και ούτε θέλω να την δω ποτέ μου σε τραπέζι


Κι ας κάνουν μόνο με αυτήν πουτίγκα οι Εγγλέζοι.


 


Το 1877 παρατηρήθηκε υπερπαραγωγή της καλλιέργειας και όλοι πίστευαν ότι θα ξεσπούσε μεγάλη κρίση, αλλά την χρονιά εκείνη στα γαλλικά αμπέλια έπεσε η ασθένεια της φυλλοξήρας και η εξαγωγή της κορινθιακής σταφίδας είδε κατακόρυφη άνοδο με αποτέλεσμα να αυξηθεί η τιμή της, αλλά και μια νέα αγορά να ανοιχτεί. Η Γαλλική αγορά δέχτηκε την σταφίδα  μας και την χρησιμοποίησε γι’ αυτό που οι Γάλλοι παραγωγοί ήξεραν να φτιάχνουν πολύ καλά, κρασί, «οίνο» για τη λαϊκή κατανάλωση.


Η αλόγιστη επέκταση των σταφιδαμπελώνων, η υπέρμετρη αισιοδοξία των  παραγωγών για τη διοχέτευση του προϊόντος στις ξένες αγορές, η έλλειψη οργάνωσης, η μη αποτελεσματικότητα του κράτους να βοηθήσει τους μικροπαραγωγούς, και η αποκατάσταση της αρρώστιας στους γαλλικούς αμπελώνες, έφερε σαν αποτέλεσμα την πτώση των τιμών  και την κατακόρυφη πτώση των εξαγωγών. Το «σταφιδικό ζήτημα» είχε δημιουργηθεί και ζητούσε λύση. Οι συνέπειες όλων αυτών ήταν καταστροφικές για την οικονομία της χώρας.


Η κρίση της σταφίδας ευθύνεται σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό για την πτώχευση της Ελλάδας, όταν είχε πρωθυπουργό το Χ. Τρικούπη. Γεννήθηκαν, επίσης, εκείνη την εποχή τα πρώτα κοινωνικά κινήματα˙ δεν είναι τυχαίο ότι οι πρώτοι αναρχικοί και οι σοσιαλιστές εμφανίστηκαν στην Πάτρα και τον Πύργο.


Τον Απρίλιο του 1899 έγιναν οι βουλευτικές εκλογές μέσα σε ένα άσχημο και βαρύ κλίμα οικονομικής δυσχέρειας αλλά και δυσπιστίας των κατοίκων της Πελοποννήσου. Η εφημερίδα Ακρόπολις επισημαίνει: «Αχρηματία πιέζει τας γεωργικάς και κτηματικάς τάξεις. Και όμως οι περιοδεύοντες πολιτικοί μας τα βλέπουν με πλατωνικάς συγκινήσεις».


Ο νέος πρωθυπουργός Γ. Θεοτόκης αμέσως μετά την εκλογή του δήλωσε ότι κύριο μέλημά του είναι να βρει μια λύση,  για να αντιμετωπιστεί το σταφιδικό ζήτημα. Κατέθεσε στη βουλή ένα νέο νομοσχέδιο, στο οποίο εκτός των άλλων ρυθμίσεων για να λυθεί το ζήτημα δημιούργησε τη Σταφιδική τράπεζα τον Ιούνιο του 1899. Η τράπεζα θα είχε εικοσαετή διάρκεια και μέτοχοι θα ήταν όλοι οι σταφιδοκτηματίες που έβγαζαν σταφιδόκαρπο και σκοπό είχε τη δανειοδότηση των παραγωγών και τη διαχείριση της ποσότητας της παραγομένης σταφίδας


Βέβαια, από την αρχή της ίδρυσης της σταφιδικής τράπεζας άρχισαν οι αμφιβολίες, οι δυσπιστίες, οι  φωνές, οι κραυγές ότι η χρησιμότητά της και η αποτελεσματικότητά της δεν ήταν αυτό που περίμεναν οι σταφιδοκαλλιεργητές. Έτσι, οι παραγωγοί έμειναν χωρίς κεφάλαια και χωρίς καθόλου πόρους. Οι πόλεις ήταν «νεκρές», γιατί οι εμπορικές συναλλαγές τελμάτωσαν, και οι αγρότες δεν μπορούσαν να καλλιεργήσουν τα κτήματά τους κι πολλοί δεν είχαν να πληρώσουν τα χρέη τους.


Όλα αυτά διαδραματιζόταν στις περιοχές της Πελοποννήσου, όπου οι κάτοικοι είχαν δει την ζωή τους να αλλάζει ριζικά με τα τεράστια κέρδη που έβγαζαν από την παραγωγή της σταφίδας. Ο «χρυσός της Κορινθίας» ήταν η κυριότερη πηγή που έφερνε στην χώρα μας συνάλλαγμα από το εξωτερικό και χρυσό, με αποτέλεσμα οι πλούσιοι σταφιδέμποροι, για να επιδείξουν τον πλούτο τους, να ζουν σε σπίτια-παλάτια, να παρακολουθούν θεατρικές παραστάσεις, να αγοράζουν αντικείμενα μεγάλης αξίας. Μερικές από τις συνήθειες των πλουσίων απέκτησαν σε μικρότερο βαθμό βέβαια -μια και τα έσοδα τους ήταν μικρότερα- και οι κάτοικοι των κωμοπόλεων ή των γύρων χωριών. Η βελτίωση της ζωής των περισσοτέρων αγροτών τους έκανε να επενδύσουν σε όμορφα σπίτια, ωραία και μεγάλα σχολεία για τα παιδιά τους, καφενεία για την διασκέδασή τους, καταστήματα για τις αγορές τους˙ δημιούργησαν, παράλληλα, διάφορους συλλόγους για την προβολή του τόπου τους και για να μπορέσουν να αναπτύξουν την περιοχή τους, όσο μπορούσαν περισσότερο. Ανάμεσα στους κατοίκους των πόλεων, των χωριών, και των κωμοπόλεων υπήρχε μια επικοινωνία, μια αλληλεγγύη, που δεν τους άφησε να διαλυθούν, αλλά τους ωθούσε να αντιμετωπίσουν την κρίση ενωμένοι, δυνατοί και να προσπαθήσουν να κερδίσουν τους αρχικούς στόχους που είχαν θέσει.


Οι αγρότες κρατώντας ξύλα και πέτρες πολλές φορές αντέδρασαν επιθετικά και σε πολλές περιπτώσεις έδιωξαν τους φοροεισπράκτορες ή άλλους κρατικούς υπαλλήλους που πήγαιναν να εκτελέσουν δικαστικές αποφάσεις. Αργότερα ακολούθησαν και άλλες μορφές αντίδρασης που θυμίζουν σύγχρονες μορφές διαμαρτυρίας: ψηφίσματα και αναφορές προς την κυβέρνηση, τη βουλή, το βασιλιά, λαϊκά συλλαλητήρια με μαύρες σημαίες.


Το 1904 κατέρρευσε η Σταφιδική Τράπεζα και στη θέση της δημιουργήθηκε η εταιρεία Ενιαία για την προστασία και την εμπορία της σταφίδας. Το 1910 η Ενιαία με δάνειο 500.000 λιρών προσπάθησε να πείσει τους αγρότες να ξεριζώσουν τα αμπέλια τους και να στραφούν σε άλλες μορφές καλλιέργειας, για να μειωθεί η υπερπαραγωγή, αλλά λύση δεν δόθηκε και οι σταφιδοπαραγωγοί με πολλούς και συνεχείς αγώνες κέρδισαν αρκετές ευνοϊκές γι’ αυτούς ρυθμίσεις, δείχνοντας και το δρόμο στο κράτος να επιταχύνει τον άμεσο παρεμβατισμό στην ιδιωτική οικονομία.


Ένα καινούργιο πρόβλημα παρουσιάστηκε˙ οι διαφορές που χώριζαν τους σταφιδοπαραγωγούς των περιοχών ήταν τόσο μεγάλες που πολλοί μιλούν για «Δεύτερο Πελοποννησιακό Πόλεμο». Τα συλλαλητήρια και οι ενέργειες αγροτών από περιοχές, που είχαν αντίθετα συμφέροντα, έφερε και σαν αποτέλεσμα οι συζητήσεις στο κοινοβούλιο να έρθουν σε αδιέξοδο και να μην μπορεί να βρεθεί η επιθυμητή λύση για το επίμαχο θέμα. Οι σοδειές παρέμεναν απούλητες, οι καλλιεργητές βρίσκονταν συνεχώς σε αναβρασμό και η λύση για το οικονομικό αδιέξοδο δεν βρισκόταν. Η εφημερίδα των Καλαμών Καθημερινή στις 9 Ιουνίου το 1899 παρομοιάζει το σταφιδικό ζήτημα με το γλωσσικό, γιατί και στα δύο δεν μπορούσε να βρεθεί λύση˙ ήταν άλυτα.


Η σταφιδική κρίση έπαιξε σημαντικό ρόλο στις αρχές του 20ου αιώνα, κοντά στο  τέλος της πρώτης δεκαετίας, και αρκετοί αγρότες μην μπορώντας να τα βγάλουν πέρα με τα χρέη τους που έχουν συσσωρεύει  και μη βρίσκοντας άλλη λύση  παίρνουν την απόφαση να μεταναστεύσουν. Άλλοι έρχονται στην Αθήνα ή σε άλλα μεγάλα αστικά κέντρα της εποχής (αστυφιλία) και άλλοι παίρνουν την απόφαση της φυγής στο εξωτερικό αναζητώντας καλύτερη ποιότητα ζωής και καλύτερες συνθήκες δουλειάς. Οι Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής ήταν ο πιο δημοφιλής προορισμός. Υπήρξαν εμπορικοί πράκτορες που φρόντιζαν για την ασφαλή μεταφορά τους στις νέες πατρίδες. Πολλοί πρώην αγρότες δούλεψαν σκληρά  και κατάφεραν να στείλουν κάποια χρήματα στους δικούς τους εδώ στην Ελλάδα για να ξεχρεώσουν, και να γυρίσουν και πίσω˙ άλλοι δεν τα κατάφεραν ή δεν θέλησαν να γυρίσουν και έμειναν μόνιμα στο εξωτερικό. Με την μετανάστευση το ζήτημα της σταφίδας χάνει την έντασή του και σταδιακά εμφανίζονται νέες μορφές γεωργικών εκμεταλλεύσεων.


Εδώ πρέπει να πω ότι η σταφίδα δεν βρήκε ποτέ την δόξα της ξανά και ότι ποτέ δεν ξεπέρασε την κρίση της, αλλά έθρεψε και έσωσε πολύ κόσμο κατά τη διάρκεια της κατοχής˙ μέχρι και σήμερα ο στρατός μοιράζει σταφίδες στους φαντάρους για το κρύο της νυχτερινής σκοπιάς.


Αυτό ήταν το ζήτημα της σταφίδας που κλόνισε την οικονομία της χώρας μας και έφερε αλλαγές που κανένας δεν πίστευε, ότι θα γίνουν σε μια χώρα σαν την πατρίδα μας, καθαρά γεωργική. Καλό είναι να μαθαίνουμε από τα λάθη μας, να μην τα επαναλαμβάνουμε και να προχωράμε μπροστά, κερδίζοντας τις μάχες για εμάς, αλλά και για τους γύρω μας, με δίκαιους και τίμιους αγώνες. Θα ήθελα με αυτήν μου την εργασία να μάθουμε όλοι γι’ αυτήν την μαύρη –για πολλούς- περίοδο της πατρίδας μας. Όσοι γνωρίζουν να ξαναθυμηθούν και όσοι έχουν άγνοια, κι είναι πολύ αυτοί, να μάθουν και να ενημερωθούν για τα γεγονότα που έχουν λάβει μέρος στην αγροτική ύπαιθρο της χώρας μας, της Ελλάδας.




Πηγές: